– Είναι καιρός ! …είπε η βιολέτα.
– Καιρός για ποιο πράγμα; τη ρωτά το διπλανό δέντρο.
– Να ανθίσουν τα λουλούδια. Εγώ κιόλας έχω ετοιμάσει δέκα φύλλα και τέσσερα μπουμπούκια, που είναι θαύμα.
– Είναι νωρίς. Κοιμήσου. Ο χειμώνας δεν έφυγε ακόμα! συμβούλεψε το
δέντρο.
– Μπα! εγώ νοιώθω μια γλυκιά ζεστασιά.
– Το κρύο είναι ύπουλο. Βγαίνει τη νύχτα και θέλει να βλέπει γύρω του
μονάχα τα άσπρα λουλούδια της πάχνης. Κατάλαβες;
Η βιολέτα βλέπει σωστά και λογικά τα λόγια της βελανιδιάς και σωπαίνει. Εκείνη την ώρα μία μικρούλα περνούσε από εκεί και φλυαρούσε.
– Η χλόη είναι ακόμα ξερή. Ούτε ένα λουλουδάκι δεν φαίνεται. Νόμιζα πως έφυγε ο χειμώνας. Ποιος ξέρει πόσο κρύο θα υποφέρουμε ακόμα.
– Έλα πάλι αύριο!! μουρμούρισε η βιολέτα .
Και αλήθεια το άλλο πρωί έγινε το θαύμα. Η βιολέτα είχε τέσσερα μπουμπούκια, που άνοιξαν στο πρώτο φιλί του ανοιξιάτικου ήλιου. Η μικρούλα ξαναγύρισε. Βλέπει τις βιολέτες και τις μαζεύει με χαρούμενα ξεφωνητά. Τις έφερε αμέσως στη μητέρα της.
– Βλέπεις; Ήρθε η άνοιξη! …της λέει .
Το ίδιο βράδυ το κρύο και η πάχνη έκαναν τα πράσινα φύλλα να τρέμουν, να υποφέρουν, να λυγίζουν …
Η βελανιδιά είπε στη βιολέτα:
– Βιάστηκες. Σε είχα προειδοποιήσει !…
-Δεν πειράζει. Έπρεπε να κάνω κάποιον ευτυχισμένο. Τώρα είμαι πολύ ευχαριστημένη. Ήταν καιρός!
-Και κοιμήθηκε ήσυχα-ήσυχα…